Φαλαινοκέφαλος, ο βασιλιάς-δεινόσαυρος

Ο Φαλαινοκέφαλος ή shoebill stork ή αλλιώς "το πουλί που τρώει κροκόδειλους" είναι ένα απο τα πιο παράξενα πουλιά του πλανήτη μας. 

Στην πραγματικότητα,αυτά τα πουλιά προήλθαν από μια ομάδα κρεατοφάγων δεινοσαύρων που ονομάζονται θηρόποδα , η ίδια ομάδα στην οποία ανήκε κάποτε ο πανίσχυρος Tyrannosaurus rex, αν και τα πουλιά κατάγονταν από έναν κλάδο θηροπόδων μικρότερου μεγέθους 

Πρόκειται για πελεκανόμορφο πτηνό της οικογενείας των Φαλαινοκεφαλιδών, που απαντάται στην αφρικανική ήπειρο. Η επιστημονική ονομασία του είδους είναι Balaeniceps rex (Φαλαινοκέφαλος ο βασιλεύς) και δεν περιλαμβάνει υποείδη.

Ο φαλαινοκέφαλος, από τα πλέον περίεργα σε εμφάνιση πτηνά λόγω του «παράδοξου» ράμφους του, μέχρι πρόσφατα αποτελούσε ταξινομικό γρίφο για τους επιστήμονες, οι οποίοι διαφωνούσαν για το εάν έπρεπε να ταξινομηθεί στην τάξη των Πελαργόμορφων ή των Πελεκανόμορφων. 
Μετά από μακροχρόνιες έρευνες αποφασίστηκε το δεύτερο, ωστόσο, κατ’ ουδένα τρόπο η «υπόθεση» έχει κλείσει οριστικά. 
Αντίθετα, είναι μάλλον προσωρινή, δεδομένου ότι οι έρευνες συνεχίζουν να βρίσκονται σε εξέλιξη και νέα δεδομένα ανατρέπουν τα παλαιότερα και τούμπαλιν. 
Η λατινική επιστημονική ονομασία του γένους (Balaeniceps) είναι σύνθετη και αποτελείται από δύο επί μέρους συνθετικά με ξεκάθαρη σημασία: balaena «φάλαινα» + ceps < căput-căpitĭs < kaput «κεφαλή». Η ονομασία παραπέμπει στο ογκώδες ράμφος του πτηνού που μοιάζει με το εμπρόσθιο τμήμα του ρύγχους φάλαινας, τουλάχιστον όπως το «είδε» ο Άγγλος ορνιθολόγος Τζον Γκούλντ (J. Gould), ο οποίος έδωσε την ονομασία στο γένος, το 1850. Η λατινική ονομασία του είδους rex σημαίνει "βασιλεύς, βασιλιάς" προφανώς λόγω της επιβλητικής του εμφάνισης.  Η αγγλική λαϊκή ονομασία shoebill < shoe «παπούτσι» + bill «ράμφος», σχετίζεται και πάλι με το παρουσιαστικό του ράμφους του πτηνού, όπως το φαντάστηκε η τοπική παράδοση. Η διάρκεια ζωής τους φτάνει τα 50 έτη ενώ ωριμάζουν σεξουαλικά στα 3-4 χρόνια τους.

Το ράμφος του φαλαινοκέφαλου είναι, αναμφίβολα, το πλέον χαρακτηριστικό του στοιχείο. Είναι πολύ μεγάλο,έως και 24 εκατοστά μήκος μέσης ραχιαίας γραμμής ράμφους, ογκώδες και μοιάζει «αταίριαστο» και αποκομμένο απο το υπόλοιπο κρανίο. 
Η ρινοθήκη (το επάνω μέρος του ράμφους) έχει μακριά και προεξέχουσα μέση ραχιαία γραμμή , που καταλήγει σε οξύ, αγκιστρωτό προς τα κάτω άκρο. 
Η γναθοθήκη (το κάτω μέρος του ράμφους) σχηματίζει ευρεία γωνία με το πρόσωπο που, σε συνδυασμό με την καμπυλωτή προς τα πάνω πορεία της, δίνει ένα ανεπαίσθητο «μειδίαμα» στην έκφραση του πτηνού, που τονίζει τον κωμικό (ή για κάποιους τον τρομακτικό) του χαρακτήρα. Το χρώμα του ράμφους είναι σαρκόχρωμο-ροδαλό με αδρές, ακανόνιστες γκρίζες πινελιές. Παρά την -φαινομενικά- αθώα του μορφή, αποτελεί ισχυρό φονικό όπλο, με κοφτερές ακμές που λειτουργούν σαν μαχαίρια και είναι σε θέση να αποκεφαλίσουν την λεία.
Πέρα από το ράμφος μιλάμε για ένα επιβλητικό πτηνό με μήκος που φτάνει εως 1,40 και ύψος εως 1,50 εκατοστά και βάρος εως 7 κιλά.

Οι φαλαινοκέφαλοι είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό ιχθυοφάγα πτηνά αλλά, ταυτόχρονα, δεινοί θηρευτές ευρύτατου φάσματος σπονδυλωτών των υγροτόπων όπου συχνάζουν. Στα υπόλοιπα σπονδυλωτά, συμπεριλαμβάνονται βατράχια, νερόφιδα, βάρανοι του Νείλου , μέχρι και νεογνά κροκόδειλων. Σπανιότερα, τρέφεται με χελώνες, σαλιγκάρια, τρωκτικά και μικρά υδρόβια πουλιά.

Δεδομένου ότι διαθέτει ισχυρό και αιχμηρό ράμφος, ο φαλαινοκέφαλος αποτελεί εξαιρετικό θηρευτή, από τους κορυφαίους της τροφικής αλυσίδας στις περιοχές του.Το άγκιστρο του πανίσχυρου ράμφους του του επιτρέπει να αρπάξει τη λεία του χωρίς μεγάλες πιθανότητες απόδρασης εκ μέρους της.  Εστιάζει σε θηράματα σαφώς μεγαλύτερα από εκείνα που κυνηγούν τα άλλα μεγάλα παρυδάτια πτηνά. Οι ιχθύες που αλιεύονται απ' τους φαλαινοκέφαλους είναι συνήθως 15 έως 50 εκατ. σε μήκος και ζυγίζουν περίπου 500 γραμ., αν και έχουν αλιευθεί άτομα μήκους 1 μέτρου. Τα φίδια που κυνηγά και πιάνει είναι συνήθως 50-60 εκατοστά. Παραμονεύει υπομονετικά την λεία του, με αργό βηματισμό,όπως κάνουν οι ερωδιοί.
Οι φαλαινοκέφαλοι είναι ικανοί να μείνουν ακίνητοι για ώρες παραμονεύοντας το θήραμα. Όταν το θήραμα έχει εντοπιστεί, κινείται πάρα πολύ αργά ή, συχνά, «παγώνει» εντελώς ακίνητος. Σε αντίθεση με άλλα μεγάλα καλοβατικά πτηνά,ο φαλαινοκέφαλος κυνηγάει αποκλειστικά μέσω της όρασης και δεν είναι γνωστό εάν συμμετέχουν και απτικά συστήματα στην διαδικασία θήρευσης. Όταν το θήραμα είναι σε απόσταση βολής, επιτίθεται αστραπιαία και βίαια με θανατηφόρο κτύπημα του ράμφους του. Ωστόσο, ανάλογα με το μέγεθος του θηράματος, το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από το κτύπημα μέχρι την κατάποση της λείας, μπορεί να υπερβαίνει τα 10 λεπτά. Περίπου το 60% των επιθέσεων καταλήγουν σε επιτυχία, ενώ το νερό και η βλάστηση που -αναγκαστικά- αρπάζονται μαζί με το θήραμα, εκχέονται ή/και απορρίπτονται από τα χείλη του ράμφους.

Ο φαλαινοκέφαλος είναι γνωστός για την εξαιρετικά αργή κίνησή του και την τάση του να παραμένει εντελώς ακίνητος ακόμη και για μεγάλο χρονικό διάστημα. Είναι αρκετά ευαίσθητος στην ανθρώπινη όχληση και μπορεί να εγκαταλείψει την φωλιά του εάν ενοχληθεί. Ωστόσο, κατά την αναζήτηση
τροφής, ιδιαίτερα εάν υπάρχει πυκνή βλάστηση, παραμένει ήρεμος κοντά στους ανθρώπους, αρκεί να καλύπτεται.
Όταν πετάει, ο φαλαινοκέφαλος διατηρεί τις πτέρυγες σε οριζόντια θέση, ενώ -όπως συμβαίνει με τους πελεκάνους και τα μαραμπού, ο λαιμός τραβιέται προς τα πίσω, σε σχήμα S. Ο αριθμός των φτεροκοπημάτων κυμαίνεται στα 150 κτυπήματα ανά λεπτό, περίπου, είναι δηλαδή αργός, παρόμοιος με εκείνους των μεγάλων πελαργών.

Οι φαλαινοκέφαλοι παραμένουν συνήθως σιωπηλοί, αλλά κροταλίζουν τα ράμφη τους , όπως οι πελαργοί. Όταν ερωτοτροπούν, αρθρώνουν καλέσματα που μοιάζουν με μουγκανητά αγελάδας, καθώς και υψίσυχνες κραυγές. Είναι μοναχικά πτηνά και αυτό φαίνεται και στις αναπαραγωγικές του συνήθειες. 
Οι φωλιές σπάνια ξεπερνούν τις 3 ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο, σε αντίθεση με τους ερωδιούς, τους κορμοράνους, τους πελεκάνους και τους πελαργούς, που κυρίως φωλιάζουν κατά αποικίες. Το ζευγάρι πάντως μένει ενωμένο για μια ζωή, ενώ υπερασπίζεται σθεναρά ζωτικό χώρο έκτασης 2-4 τετρ.χλμ. Οι φαλαινοκέφαλοι μεγαλώνουν έναν νεοσσό, άσχετα απ' το πόσα απ' τα 1-3 αυγά θα εκκολαφθούν και συνήθως παρατουν τους υπόλοιπους να πεθάνουν. Στρέφουν την προσοχή τους στον 2ο νεοσσό μόνο εάν ο πρώτος ειναι ασθενικός.

Στο μεγαλύτερο τμήμα των περιοχών εξάπλωσής του, το εντυπωσιακό αυτό πτηνό απειλείται από την καταστροφή και την υποβάθμιση των βιοτόπων του, το κυνήγι, την ενόχληση απο την ανθρώπινη παρουσία και παρέμβαση καθώς και τη σύλληψη των πτηνών για παράνομο εμπόριο. 
Οι βιότοποί του μετατρέπονται για καλλιέργεια και βοσκή, ενώ τα βοοειδή είναι γνωστό ότι μπορεί να ποδοπατήσουν τις φωλιές τους. Επιπλέον καταπατούν (τα βοοειδη) και καταστρέφουν τους βάλτους με παπυρους που ειναι το κύριο σημείο φωλιάσματος, κυνηγιού και γενικότερα ζωής των πτηνών αυτών. 
Το είδος επίσης θηρεύεται ως τροφή αλλά και για λόγους τοπικής κουλτούρας, π.χ. επειδή θεωρείται κακός οιωνός. Αυτό σημαίνει οτι κατα περιοχές τα πουλιά κυνηγιούνται και θανατώνονται απλά γιατί "ετσι" ή για λόγους σκοτεινών προλήψεων.
Επίσης πολλά άτομα αιχμαλωτίζονται για εμπόριο ζωολογικών κήπων, ένα πρόβλημα ιδιαίτερα έντονο στην Τανζανία, όπου οι συναλλαγές αυτές είναι ακόμη νόμιμες. Στους βάλτους της Ζάμπια τα αυγά που συλλέγονται και οι νεοσσοί που αιχμαλωτίζονται από τους ιθαγενείς, προορίζονται για κατανάλωση και πώληση, πιθανότατα σε ζωολογικούς κήπους ή σε συλλέκτες. 
Ο συνολικός πληθυσμός έχει υπολογιστεί σε 5.000-8.000 άτομα. Το φάσμα των 5.000-8.000 ατόμων ισοδυναμεί χονδρικά με 3.300-5.300 ώριμα άτομα. Η τάση είναι καθοδική. Αυτό το σπάνιο είδος ταξινομείται από την IUCN ως Τρωτό (Vulnerable), επειδή εκτιμάται ότι έχει μικρό πληθυσμό μέσα σε ευρεία περιοχή εξάπλωσης. Ο πληθυσμός βρίσκεται σε συνεχή πτώση λόγω θήρας, διαταραχής των περιοχών φωλιάσματος, καθώς και από την τροποποίηση και την αποψίλωση των ενδιαιτημάτων του από πυρκαγιές.




Σχόλια